αὐτοσχεδίαζε

αὐτοσχεδίαζε
αὐτοσχεδιάζω
act
imperf ind act 3rd sg (doric)
αὐτοσχεδιάζω
act
pres imperat act 2nd sg
αὐτοσχεδιάζω
act
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αὐτοσχεδιάζεν — αὐτοσχεδιάζε̄ν , αὐτοσχεδιάζω act pres inf act (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αυτοσχεδιασμός — Η ικανότητα να πραγματοποιεί κανείς κάτι χωρίς προπαρασκευή συχνά κάτω από την πίεση αντικειμενικής ανάγκης, ακολουθώντας την έμπνευση της στιγμής. Ιδιαίτερα ο όρος χρησιμοποιείται στη μουσική, στον χορό και στο θέατρο για την εκτέλεση σύνθεσης,… …   Dictionary of Greek

  • Σολωμός, Διονύσιος — Έλληνας ποιητής (Ζάκυνθος 1798 Κέρκυρα 1857). Σε ηλικία δέκα ετών, ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, τον έστειλε ο κηδεμόνας του στην Ιταλία, όπου έμεινε δέκα χρόνια, κατά τα οποία φοίτησε σε σχολεία διαφόρων πόλεων (Βενετία, Κρεμόνα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”